Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Wandering, wandering in hopless nights...

Mια γλυκεία γεύση μια γνώριμης κατάθλιψης σήκωσε την αυλαία της σημερινής μέρας η οποία δεν μπορώ να πω ότι με βρήκε στο κρεβάτι μου αλλά στον δρόμο, ''στα σοκάκια της Γλυφάδας'' όπως άρεσε να λέει  ένας παλιός μου φίλος. Σκεπτόμενος αρκετά και έχοντας αφήσει την κούραση να πάρει το πάνω χέρι απήλαυσα ένα ανιαρό ηλιοβασίλεμα στα πλαισια μιας γκριζούπολης που εξειδικεύτηκε ανα τους καιρούς να πνιγεί όνειρα και ενδότερες επιθυμίες, σε ολα τα μήκης και τα πλάτη ,στον βαλτό μιας εποχής μετρίων. Όμως αν και τα θέματα αυτά τείνουν να ταλανίζουν συχνά πυκνά το στενό μου κεφάλι, είναι το άρωμα μιας παλιάς πληγής που έφερνε με ρυθμικές κινήσεις το φλασκί που έκλεψα απο τον παππού μου στο στόμα μου. Και ανάμεσα στο ευχάριστο buzz που έτσι απλόχερα μου προσφέρει πάντα κάθε μορφής αλκοόλη, έπιασα τον εαυτό μου, εντελώς ακούσια να αναπολεί της παλιές καλές ημέρες... Τότε που είχα πάντα αυτούς που αγαπούσα, τότε που μου άρεσε να παίζω χωρίς να με νοιάζει αν θα φωνάζει η αγαπητή μου μητέρα για το μέλλον που με περιμένει ως καθαριστής στις τουαλέτες των ΜcDonald's , αφού θεωρούσα το σχολικό διάβασμα ως μια μορφή ανίατης ασθενείας από την οποία έτρεχα να κρυφτώ με κάθε δυνατό τρόπο. Αναπολούσα την κουβέντα και την ατελείωτη επαφή που δεν εκτίμησα, και διαφορά λόγια που τα έπνιξε  το σκοτάδι μέσα σε ενα αποπνικτικό δωμάτιο με το better half. Αντίκρισα την αντανάκλαση μου στο νερό και είδα ποσό είχα μεγαλώσει. Πως όπως φαντάζομαι θα προσθετέ ο πατέρας μου '' έγινες άντρας πια''. Μεγάλωσα εκπαιδεύτηκα, σφυρηλατήθηκα και μαζοποιήθηκα , και παρολαυτα είμαι ένας άντρας ανάμεσα σε άλλους άντρες και γυναίκες. Κι όμως, αν και δεν τις πρόλαβα, νοσταλγώ τις ημέρες εκείνες , αν υπήρξαν βεβαία, που τα ιδανικά  ήταν προτέρημα, η μπέσα αρετή και η ''μαγκιά'' δεν ήταν ένας αέναος συναγωνισμός ανάμεσα σε εφήβους που προσπαθούν να έχουν το παντελόνι όσο πιο χαμηλά γίνεται, μιλώντας μια γλώσσα που δεν θυμίζει αυτήν που έμαθα να χειρίζομαι και καθόλου δεν μοιάζει αυτήν που υμνησαν ανθρωποι που δεν κρίνω τον εαυτο μου άξιο να φέρει τον  τίτλο του ''ποιητή'', του ''συγγραφέα'' μπροστά τους. Έτσι με βρήκε ο ήλιος: εγώ να εξερευνώ την κοινωνία και το Jack Daniels να εξερεύνα τις φλέβες μου. Με αυτήν την γλυκεία συμφωνία είπα να εγκαταλείψω την τοξική πια παραλία της Γλυφάδας και να γλιστρήσω στο κρεβάτι μου ελπίζοντας στην γενναιοδωρία ενος Μορφέα και στην μέθη μιας μέρας που είχε περάσει. Κι όμως τα ματιά μου δεν έλεγαν να κλείσουν καθώς εικόνες πρόστυχες πετάγονταν μπροστά μου σαν σε κινηματογράφο και τάραζαν με τον τον δικό τους προσωπικό τρόπο τα λιμνάζοντα νερά που με τόσο κόπο είχα ηρεμήσει συνδυάζοντας την μυρωδιά μιας πρωινής ψαρίλας απο τα καΐκια στο λιμάνι και την αποπνικτική ατμόσφαιρα που κυριαρχούσε στο σφραγισμένο μου δωμάτιο. Γδυθηκα και έτσι όπως ήμουνα με το γενετήσιο αυτό κουστουμακι μου αγνοησα για λιγο το κινητο μου που χτυπουσε λιγο διπλά και θελησα να βυθιστω λιγο ακομα στον λογισμο μου αγγιζοντας λιγο πιο τολμηρα αυτήν την γλυκεια γευση καταθλιψης που προανέφερα με κινδυνο να γινω για αλλη μια φορά ανδρείκελο στα χεριά της πιο ακριβής πόρνης. Είδα ιδίοις όμμασι οτι η γνώση αυτή που είχα αποκομίσει εμπειρικά, σε σχέση με τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν στο εγγύς μέλλον ήταν αυτή που μου έδειχνε οτι τέρμα οι μικρές απολαύσεις, τέρμα το αλάτι της ζωής. Και ετσι παραδόθηκα εκεί που τόσην ώρα προσπαθούσα, με οτι μέσο εχω διδαχθεί , να αποφύγω. Δεν κοιμήθηκα συνέχισα να μουτζουρώνω το τετράδιο μου μεχρι που ταίριαξα της λέξεις και την ασυμμετρία εκείνη την ονόμασα τέχνη. Είναι βραδυ, νύχτα θα έλεγα, και ειναι ακόμα το ίδιο συναίσθημα που χορεύει άτσαλα μέσα στο στομάχι μου και τείνει να ταράσσει τα λιμνάζοντα εκείνα νερά. είναι ισως ο φοβος για εκεινα που γίνονται για μένα, χωρίς εμένα....

Με λένε Κωνσταντίνο, είμαι 18 και σήμερα είδα οτι ίσως να μην μπορώ να νικήσω όλες τις μάχες...
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου