Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

My Lenor...

Εκτός Αθηνών και χωρίς συντρόφια με βρήκε το χαρμόσυνο βράδυ της Παραμονής να έχω δέσει τις ελπίδες μου στην ουρά μιας υπνηλίας που τακτικά πια με καταλαμβάνει στερώντας μου έτσι ασύστολα και λίγο προκλητικά πια το δικαίωμα μου να αρμενίζω μονάχος μεταμεσονύκτια. Και με στοργή αγκάλιασα τα εναπομείναντα λεπτά ησυχίας χωρίς κάποιο στόχο χωρίς και χωρίς λογισμό έκατσα στην καρέκλα του γραφείου μου για να εκμαιεύσω μια ακόμα ανάρτηση καθώς οι περιστάσεις του τελευταίου καιρού δεν μου το επέτρεπαν. Σέρβιρα λοιπόν στην αφεντιά μου ένα ποτό,  και άφησα όπως παλιά τις σκέψεις μου να κυλήσουν στο ‘’χαρτί’’ ή στην δίκια μας περίπτωση στην οθόνη. Αυτή ήταν μια παραμονή που άρμοζε σε μένα.. λίγο πιο solo παρότι συνήθως να αφήνομαι έτσι όπως σχηματιστικά μια ασύμμετρη ουσία απο ιδέες και ταλέντο , χωρίς στόχο χωρίς πλοηγό ξεχασμένος από ιστορία και ανθρώπους να γραφώ και να γραφώ. Μόνο που το σήμερα είχε μια άλλη γεύση. Είχε μια γεύση που δεν ήταν αλκοόλ, μα με μια ερεθιστική και μεθυστική ουσία περά από κατανόηση άλλων. Μια ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα σε μούσα και δημιουργό που μόνο κάποιος με ανάλογες ασχολίες μπορεί να ασπαστεί και να εκτιμήσει. Ποιος όμως μπορεί να πατήσει δυνατά πόδι κάτω και να πει τι απαρτίζει την έννοια της ‘’μούσας’’; Και εκεί κόλλησα πριν 1-2 χρόνια όταν σαν σήμερα σε μια διαφορετική παραμονή μου τέθηκε το ερώτημα αυτό , στο όποιο θεώρησα σωστό  να δώσω μια αρκετά πομπώδη απάντηση με λέξεις και στοχασμούς περιέργους θέλοντας έτσι να δώσω μια πληρότητα που δεν άρμοζε αρκετά στην άγνοια που επικρατούσε εκείνη την στιγμή μέσα στο κεφάλι μου. Και αν θυμάμαι καλά ο συνομιλητής μου γέλασε και όχι με κάποιο σαρκαστικό τρόπο αλλά όπως γελάμε εμείς όταν ακούσουμε ένα έξυπνο ανέκδοτο που ξέρουμε ότι δεν έχουμε καταλάβει. Και χωρίς υπαινιγμούς μου χάραξε μέσα μου έναν λόγο που θα θυμάμαι ακόμα και όταν θα παίζω πόκα με τα υπόλοιπα γερόντια στο τοπικό ΚΑΠΗ :’’ Πιτσιρίκο, κόψε τις μαλακιές, γιατί κάνεις μπαμ από τα 200μ. ότι νιώθεις ότι μιλάμε για νεράιδες’’. Θυμάμαι πόσο είχα προσβληθεί αλλα μονο αρκετο καιρο μετα καταλαβα ποσο δικιο ειχε όταν ελεγε ότι δεν ξερω γιατι μιλώ. Κι όμως κληθηκα και εγω σαν χρηστης της τεχνης να αναρωτηθω από πού ερχονται αυτά που εγραφα μέχρι τότε… να δώσω λίγο νόημα σε όλο αυτό. Και μια μέρα γνώρισα αρκετά απρόσμενα την μούσα μου. Την δική μου προσωπική μούσα που μόνο εγώ μπορούσα να διακρίνω σε εκείνα τα μάτια που χτενίζουν ακόμα και σήμερα την ψυχή μου το θεϊκό στοιχείο της επιρροής της πάνω μου. Και στα δικά μου φαίνονταν η βλακεία που κατοικεί μέσα σε όλους τους ανθρώπους. Η ιδία βλακεία που θα ένιωθε κάνεις αν άγγιζε το τέλειο και ακόμα δεν ήταν έτοιμος.
Mην με ρωτήσετε πώς και συνεπώς μην με ρωτήσετε γιατί, γιατί να είναι η εν λόγω κυρία εκείνη που ακόμα και μέσα στην απουσία της κινεί πάντα το χέρι μου και δίνει πνοή στις λέξεις για μένα. Μην ψάξετε να βρείτε το γιατί με πόναει όσο μπορεί. Μην με  ρωτήσετε πως το κάνει… απλώς δείτε την να γελά , κατακλυσμένη από ντροπή για τα βλέμματα που τις ρίχνω ενίοτε. Μην ψάξετε να βρείτε γιατί. Γιατί έτσι… γιατί απλά δεν μπορώ να την αποφύγω με έλκει όπως έλκει ο ήλιος την γη... με έλκει οποιαδήποτε καταστροφή, οποιαδήποτε χαρά και κάθε χάδι από το δικό της χέρι…
Με
λένε Κωνσταντίνο, είμαι 18 et c’est ma cadeau pour toi ma seule muse…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου